Του Ντίνου Μιχαηλίδη*
* Πρόεδρος Κυπριακής Ολυμπιακής Επιτροπής
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες σήμερα βρίσκονται στην κορυφή της επικαιρότητας, αφού για πρώτη φορά μετά το 1944 κινδύνεψαν να ματαιωθούν. Τελικά βρέθηκε η λύση της αναβολής των Αγώνων του «Τόκιο 2020» για έναν χρόνο. Έτσι διατηρήθηκε όχι μόνο το ενδιαφέρον, αλλά και η σημασία και ουσία του θεσμού. Ενός θεσμού που χάνεται στα βάθη της ιστορίας και αναγνωρίζεται ως η πηγή του σύγχρονου πολιτισμού.
Ασφαλώς οι σύγχρονοι Αγώνες δεν έχουν τη βαρύτητα και τη σημασία των αρχαίων Αγώνων, όμως έχουν καθιερωθεί στην παγκόσμια κοινωνία ως το καλύτερο και αποδοτικότερο μέσο διάδοσης Αρχών και Αξιών.
Όταν ο πρώτος περιηγητής – συγγραφέας της ιστορίας, ο Παυσανίας, πραγματοποίησε περίπου στο 170 μ.Χ. επίσκεψη στην περιοχή της Ηλείας και στην Ολυμπία, αισθάνθηκε Δέος μπροστά σε ότι αντίκρυσε. Το μεγάλο πλήθος, το άφθονο μεγαλείο των μνημείων, η ασύγκριτη μεγαλοπρέπεια που είχαν οι ναοί, οι βωμοί, οι θησαυροί, τα κτήρια, οι στολές, οι ξενώνες, τα αγάλματα των θεών, τα αγάλματα των ηρώων, οι άπειρες ονομαστικές στήλες και τα άλλα αφιερώματα, ήταν τόσο θαυμαστά και μεγαλοπρεπή ώστε δεν μπόρεσε να κρατήσει το θαυμασμό του και χαρακτήρισε την Ολυμπία «σαν τον τόπο που τον φροντίζει ο ίδιος ο Θεός».
Σ’ αυτή την καταπράσινη γαλήνη της Ολυμπιακής γης, σ’ αυτή την ειδυλλιακή κοιλάδα που σχηματίζουν δύο ποτάμια -ο Αλφειός που θεωρείται ο βασιλιάς των ποταμών της Πελοποννήσου και ο μικρός Κλαδέος- καθώς και ένας λόφος, ο «Κρόνιος», δημιουργήθηκε από την αρχή των ιστορικών χρόνων, μια εστία πολιτισμού που εξελίχθηκε αργά αλλά μεγαλοπρεπή, επί δεκαπέντε αιώνες, σαν η πιο εκπληκτική περιπέτεια του ανθρώπινου πνεύματος. Μπορούμε σήμερα, χωρίς κανένα ενδοιασμό, να ισχυρισθούμε ότι η Ολυμπία χάραξε με την πλούσια και μεγαλόδωρη προσφορά της την πορεία του Ελληνικού πνεύματος μέσα στην ιστορία του ελληνικού πολιτισμού.
Η άνοδος των Ολυμπιακών Αγώνων
Τα ιστορικά στοιχεία για τις μεγάλες γιορτές της Ολυμπίας αρχίζουν από το τέλος του 9ου π.Χ. αιώνα (884 π.Χ.) με το βασιλιά Ίφιτο ο οποίος είχε ρωτήσει το Μαντείο των Δελφών με ποιο τρόπο μπορούσε η Ελλάδα να απαλλαγεί από τους λοιμούς και τις εμφύλιες διαμάχες. Πήρε την απάντηση ότι αυτός και οι Ηλείοι έπρεπε «Ολυμπιακόν αγώνα ανανεώσασθαι», δηλαδή να επαναλάβουν τη διεξαγωγή των αγώνων.
Στην αρχή το γεγονός είχε μόνο παμπελοποννησιακό χαρακτήρα. Πανελλήνιο χαρακτήρα πήραν οι αγώνες από το τέλος του 7ου αιώνα π.Χ. Αντικειμενικά δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τον χρόνο που άρχισαν οι Αγώνες και για πόσα χρόνια ετελούντο. Γνωρίζουμε τον χρησμό της Πυθίας το 884 π.Χ. αλλά η πραγματική απόδειξη της ύπαρξης των Ολυμπιακών Αγώνων χρονολογείται το 776 π.Χ. όπου νίκησε στους Αγώνες του Σταδίου (192μ.) ο Κόροιβος, ο πρώτος καταγεγραμμένος νικητής. Οι αγώνες είχαν για πολλά χρόνια ένα μόνο αγώνισμα, τον δρόμο ταχύτητας, το Στάδιο, και έπαιρναν το όνομα των νικητών. Το 724 π.Χ. προστέθηκε ο Δίαυλος (δρόμος δύο σταδίων), το 720 π.Χ. ο Δόλιχος (δρόμος 24 σταδίων, περίπου 4500 μέτρων), το 708 π.Χ. η Πάλη και το Πένταθλον, το 668 π.Χ. η Πυγμή, το 680 π.Χ. οι Αρματοδρομίες, το 648 π.Χ. το Παγκράτιο. Κατά καιρούς προστίθεντο και νέα αγωνίσματα, που έφθασαν τελικά στον αριθμό 23.
Οι αθλητές ήταν υποχρεωμένοι να φτάσουν στην Ολυμπία ένα μήνα πριν τους αγώνες για να προπονηθούν κάτω από την επίβλεψη των Ηλείων κριτών. Όσο πλησίαζαν οι μέρες των αγώνων, η περιοχή της Ολυμπίας γέμιζε από τα πλήθη των Ελλήνων που έρχονταν για να παρακολουθήσουν τους αγώνες απ’ όλα τα μέρη της Ελλάδας. Και τότε η Ελλάδα ήταν και ο μακρινός Πόντος, οι αποικίες της Κυρήνης και της Λιβύης, η Αίγυπτος, οι Ελληνικές αποικίες στην Ιταλία, η Θράκη, ο Δούναβης και φυσικά η Κύπρος.
Οι τελετές και οι αγώνες κρατούσαν πέντε μέρες. Την πρώτη μέρα γινόταν η μεγάλη θυσία στο Δία και άλλες πολλές στους προστάτες θεούς των πόλεων, η καταγραφή στο μητρώο, η ορκωμοσία των αθλητών που μετείχαν. Τη δεύτερη μέρα γίνονταν τα αγωνίσματα παίδων, την τρίτη και τέταρτη μέρα τα αγωνίσματα ανδρών, τα ιππικά και οι αρματοδρομίες και την τελευταία μέρα γίνονταν οι ευχαριστήριες θυσίες και η επίσημη απονομή των βραβείων.
Το Πανελλήνιο Κέντρο
Ο πρώτος που αρίθμησε τις Ολυμπιάδες είναι ο σοφιστής Ιππίας ο Ηλείος. Το έργο του συμπλήρωσε ο Αριστοτέλης. Άλλοι ιστορικοί που χρησιμοποίησαν τις Ολυμπιάδες για να χρονολογήσουν γεγονότα πολιτικά και πολεμικά είναι ο Τίμαιος, ο Σικελιώτης, ο Παυσανίας, ο Θουκυδίδης και άλλοι.
Η δόξα της Ολυμπίας ήταν πολύ μεγάλη. Μεγάλο πλήθος ερχόταν κάθε τέσσερα χρόνια για να προσκυνήσουν τα ιερά, να θαυμάσουν τα μεγάλα καλλιτεχνήματα, να ακούσουν τους ιστορικούς, τους ποιητές, τους ραψωδούς και να απολαύσουν τους αγώνες. Χαρακτηριστικά, αναφέρω, τι έγραψε ο ποιητής Πίνδαρος: «Οι Ολυμπιακοί Αγώνες σκεπάζουν με τη λάμψη τους όλους τους Ελληνικούς τόπους, όπως ο Ήλιος σκεπάζει την ημέρα όλα τα άστρα του ουρανού».
Για πολλούς αιώνες, η Ολυμπία είχε γίνει Πανελλήνιο Κέντρο που μόνο αυτό μπορούσε να εκφράσει την κοινή γνώμη των Ελλήνων. Εκεί καλλιτέχνες παρουσίαζαν τα έργα τους, ποιητές απάγγελαν τα ποιήματα τους, οι ιστορικοί ανακοίνωναν τα συγγράμματα τους. Στην Ολυμπία αποθεώθηκε ο Θεμιστοκλής, ο Ηρόδοτος διάβασε τις Ιστορίες του, μίλησε ο Πλάτων. Ήλθαν σαν θεατές ο Δημοσθένης, ο Ιππίας, ο Πρόδικος, ο Γοργίας, ο Πώλος, ο Αναξαγόρας, ο Διογένης ο Κυνικός, ο Λουκιανός και άλλοι. Σε βαθιά γερατειά πέθανε στην Ολυμπία ο Θαλής ο Μιλήσιος, ενώ ο Χίλων ο Λακεδαιμόνιος, έφυγε από τη ζωή τη στιγμή που αγκάλιαζε το υιό του Ολυμπιονίκη της πυγμής, με αποτέλεσμα στον τάφο του να γραφτεί η φράση: «Εμοί τοίος ίτω θάνατος» [«Μακάρι να είχα κι εγώ ένα τέτοιο θάνατο»]. Εκεί, εμφανίστηκε σαν αρχηγός θεωρίας ο Αλκιβιάδης. Στην Ολυμπία αποδοκιμάστηκε ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος ο Β΄ γιατί επεδίωκε την υποδούλωση της Ελλάδας και εκεί εκδιώχθηκε η αντιπροσωπεία του τυράννου των Συρακουσών Διονύσιου γιατί έκανε συνεννοήσεις με τους Πέρσες για να κατακτήσουν την Ελλάδα.
Τελικά ποιοι είναι όλοι αυτοί; Απλά, είναι οι δημιουργοί του Σύγχρονου Παγκόσμιου Πολιτισμού. Είναι οι δημιουργοί του Ελληνικού Πνεύματος.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες στην Αρχαιότητα ήταν το πιο σημαντικό γεγονός του Ελληνισμού. Και αυτό γιατί οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν τον αθλητισμό όχι απλά και μόνο για να αναπτύξουν σώματα και να δημιουργήσουν θεάματα αλλά και για να μορφώσουν ανθρώπους. Πίστευαν ότι για να αναπτύξουν χαρακτήρες, έπρεπε να καλλιεργήσουν την ευγενική άμιλλα, το σώμα και το πνεύμα και να δημιουργήσουν τον τέλειο και ολοκληρωμένο άνθρωπο.