Η αναβάθμιση του αθλητικού κέντρου «Σπύρος Κυπριανού» στη Λεμεσό, ενόψει του #EuroBasket2025, αναδεικνύει μια ακόμα φιλόδοξη πρωτοβουλία που αναλαμβάνεται με την υποστήριξη του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων. Παρότι η προσπάθεια φαίνεται να έχει ως στόχο την ενίσχυση της θέσης της Κύπρου στον διεθνή αθλητικό χάρτη και τη δημιουργία σύγχρονων εγκαταστάσεων, το υπέρογκο ποσό των 22 εκατομμυρίων ευρώ προκαλεί σοβαρά ερωτήματα.
Πέρα από τον αυτονόητο ενθουσιασμό που γεννά η διοργάνωση ενός μεγάλου αθλητικού γεγονότος όπως το EuroBasket, αναρωτιέται κανείς πόσο επιβεβλημένη είναι μια τόσο κοστοβόρα επένδυση μόνο και μόνο για έξι αγώνες. Πολλοί φοβούνται ότι αυτά τα χρήματα δεν θα αξιοποιηθούν αποτελεσματικά, καθώς το διάστημα προετοιμασίας για την ολοκλήρωση του έργου είναι ασφυκτικά περιορισμένο. Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, το αθλητικό κέντρο πρέπει να είναι έτοιμο μέχρι τις 27 Αυγούστου 2025, δηλαδή σε περίπου πέντε μήνες από σήμερα. Αναλογιζόμενοι τον όγκο των εργασιών και τη γραφειοκρατία που συνήθως καθυστερεί τέτοια έργα, δικαίως δημιουργούνται αμφιβολίες σχετικά με τη δυνατότητα τήρησης των προθεσμιών.
Η αναβάθμιση, μάλιστα, περιλαμβάνει την αύξηση της χωρητικότητας από 5.600 σε 9.000 καθίσματα, μια μεταμόρφωση που δεν είναι απλώς ζήτημα τοποθέτησης επιπλέον θέσεων. Προϋποθέτει εκτεταμένες αλλαγές στις δομές, πιθανή αναθεώρηση στατικών μελετών, ανασχεδιασμό χώρων και, φυσικά, επέκταση των υποστηρικτικών υποδομών (χώρων υγιεινής, πρόσβασης, ασφάλειας κ.ο.κ.).
Εάν η Κυπριακή Ομοσπονδία Καλαθοσφαίρισης κατορθώσει πράγματι να ανταποκριθεί στους ασφυκτικούς χρονικούς περιορισμούς και να παραδώσει στην Κύπρο ένα σύγχρονο γήπεδο ικανό να φιλοξενήσει αγώνες υψηλού επιπέδου, θα μπορούμε να μιλάμε για ένα μικρό θαύμα. Ωστόσο, σε μια περίοδο όπου τα δημόσια οικονομικά δοκιμάζονται διαρκώς, εύλογα προκύπτει το ερώτημα κατά πόσο συνιστά προτεραιότητα η διάθεση 22 εκατομμυρίων ευρώ για έξι μόλις αγώνες. Πολλοί πολίτες θα προτιμούσαν να δουν αυτά τα χρήματα να αξιοποιούνται σε υποδομές με πιο μακροπρόθεσμα οφέλη, όπως η στήριξη του ερασιτεχνικού αθλητισμού ή η αναβάθμιση αθλητικών εγκαταστάσεων: ένα κλειστό στάδιο στίβου, μια αρένα κωπηλασίας, ένα κλειστό ποδηλατοδρόμιο ή ακόμα και κοινοτικά γήπεδα σε κάθε περιοχή. Τέτοιες πρωτοβουλίες θα έφερναν τη νεολαία και τις τοπικές κοινωνίες πιο κοντά στον αθλητισμό, την ώρα που γνωρίζουμε όλοι πως καμία κοινότητα στην Κύπρο δεν διαθέτει τις απαραίτητες υποδομές για την ανάπτυξή του.
Σε τελική ανάλυση, η αναβάθμιση του κέντρου «Σπύρος Κυπριανού» μπορεί να αποτελέσει ισχυρό «όπλο» για την αθλητική προβολή της Κύπρου στη διεθνή σκηνή, αλλά το τίμημα είναι βαρύ, τόσο οικονομικά όσο και χρονικά. Το αν θα αποδειχθεί μια αναγκαία κι επιτυχημένη επένδυση ή θα παραμείνει ένας μεγαλεπήβολος σχεδιασμός αμφίβολης αποτελεσματικότητας, μένει να το δούμε στην πράξη. Οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να λογοδοτήσουν στους πολίτες και να διασφαλίσουν πως το ποσό αυτό θα αξιοποιηθεί με απόλυτη διαφάνεια και πως, στο τέλος της ημέρας, το έργο θα ανταποκριθεί στις προσδοκίες — όχι μόνο των εμπλεκομένων στον χώρο του μπάσκετ, αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας.