Ο Λαογραφικός και Αθλητικός Όμιλος Ζωδιατών σας προσκαλεί σε διάλεξη την Τετάρτη 13 Ιουλίου 2016 και ώρα 7:00 μ.μ. στο οίκημα του Ομίλου μας στην Αγ. Ανδρέου 19, 1040 Παλλουριώτισσα-Λευκωσία, απο τον Ανδρέα Χατζηβασιλείου (αντιπρόεδρο της Παγκοινοτικής Κίνησης Ζώδιας) με θέμα:
“Η Ελλάδα με τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1906 στην Αθήνα διέδωσε το Ολυμπιακό πνεύμα”
Θα ακολουθήσει συζήτηση για τους Ολυμπιακούς Αγώνες και το Ολυμπιακό πνεύμα.
Για πληροφορίες:
ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΚΟΣ ΟΜΙΛΟΣ ΖΩΔΙΑΤΩΝ
ΑΓ. ΑΝΔΡΕΟΥ 19, ΠΑΛΛΟΥΡΙΩΤΙΣΣΑ
Τ.Τ. 1040 ΛΕΥΚΩΣΙΑ
ΤΗΛ: 99993592 | 99671310
Λίγα λόγια για τον Ανδρέα Χατζηβασιλείου
Μεγάλη Δόξα του Αθλητισμού: ο υπεραθλητής, προπονητής και συγγραφέας
Ο Ανδρέας Χατζηβασιλείου, πρόσφυγας από τη Ζώδια, διακρίθηκε από νεαρή ηλικία στον αθλητισμό, διαμορφώνοντας μια εξαιρετικά πολύπλευρη αθλητική προσωπικότητα, καθώς διέπρεψε σε πάρα πολλά αθλήματα και μάλιστα αρκετά διαφορετικά μεταξύ τους. Οι παγκύπριες και πανελλήνιες διακρίσεις του δεν αφορούσαν μόνο το άλμα εις ύψος, αλλά και τη δισκοβολία, ενώ υπήρξε πρωταθλητής και στην επιτραπέζια αντισφαίριση, αλλά και στην ξιφασκία. Την ίδια στιγμή ως αθλητής του ΓΣΠ ήταν πρώτος στα δύσκολα αγωνίσματα του πεντάθλου και του δεκάθλου. Ακόμα, ενώ κατείχε την πρώτη παγκύπρια επίδοση στο δρόμο διακοσίων μέτρων μετ’ εμποδίων, διακρινόταν και στον ακοντισμό. Μεγαλώνοντας δεν εγκατέλειψε τον αθλητισμό, αλλά έσπευσε να τον υπηρετήσει από πολλές άλλες θέσεις. Εργάστηκε ως προπονητής καλαθόσφαιρας, υπήρξε ο αρχηγός πολλών κυπριακών αθλητικών αποστολών, διετέλεσε έφορος του Κυπριακού Ολυμπιακού Μουσείου, μέλος του ΚΟΑ και του ΓΣΠ και ήταν ο πρώτος γενικός γραμματέας της Κυπριακής Ολυμπιακής Επιτροπής. |
Σύντομο Βιογραφικό
Γεννήθηκε στην Πάνω Ζώδια το 1931. Αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Κερύνειας και σπούδασε στη Γυμναστική Ακαδημία Αθηνών, με υποτροφία του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών Ελλάδας. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του υπήρξε πρόεδρος (1953-1954), παραστάτης και σημαιοφόρος της Γυμναστικής Ακαδημίας.
Υπηρέτησε ως καθηγητής σωματικής αγωγής στο Παγκύπριο Γυμνάσιο (1954-1961) και στο Γυμνάσιο Κύκκου (1962-1970). Το 1970 διορίστηκε στον Κυπριακό Οργανισμό Αθλητισμού ως έφορος αθλητικών χώρων.
Το 1950 παρακολούθησε μαθήματα προπονητή στίβου και πήρε το σχετικό δίπλωμα του Αμερικανικού Ινστιτούτου Helms Athletic Foundation. Το 1957 μετεκπαιδεύτηκε στα Πανεπιστήμια της Αγγλίας Σαουθάμπτον, Λάπφορα και Σαιντ Άντριους, σε θέματα γυμναστικής, αθλητισμού και καλαθόσφαιρας. Το 1961 – 1962, με υποτροφία του Ιδρύματος ”Τζων Κέννετυ” συνέχισε ανώτερες σπουδές στο Ball University της πολιτείας Ινδιάνας.
Άρχισε τον αθλητισμό από το δημοτικό σχολείο. Παρουσιάστηκε σε Παγκύπριους μαθητικούς αγώνες το 1948 ως αθλητής της δισκοβολίας. Το 1949 κέρδισε του Παγκύπριους μαθητικούς αγώνες στο άλμα εις ύψος με νέα μαθητική επίδοση, όπως επίσης και τους αγώνες ανδρών στο ίδιο αγώνισμα. Τον ίδιο χρόνο εκπροσώπησε την Κύπρο στους Β΄Πανελλήνιους μαθητικούς αγώνες, κερδίζοντας τη δεύτερη θέση. Τους Παγκύπριους αγώνες ανδρών κέρδισε και τα δυο επόμενα χρόνια (1950, 1951) ως αθλητής του Γυμναστικού Συλλόγου ”Πράξανδρος” Κερύνειας. Το 1951 κατέρριψε την παγκύπρια επίδοση στο άλμα εις ύψος (1,78 ½μ) που υπήρχε από το 1927 (1,77 ½μ), την οποία βελτίωσε τον αμέσως επόμενο χρόνο με 1,85μ.
Κατά την διάρκεια των σπουδών του αγωνιζόταν με τα χρώματα της ΑΕΚ Αθηνών και της Εθνικής Ελλάδας. Υπήρξε μέλος της προολουμπιακής Ελληνικής ομάδας για τους Ολυμπιακούς του Ελσίνκι (1952). Το 1952 και το 1954 κέρδισε τη δεύτερη θέση στου Πανελλήνιους αγώνες και το 1953 την πρώτη με επίδοση Πανελληνίων αγώνων (1,88μ), καθώς και την Τρίτη στους Βαλκανικούς (1.84μ). Στους Πανελλήνιους φοιτητικούς αγώνες (1952) μοιράστηκε την πρώτη θέση στο ύψος με 1,86μ. Πρώτευσε στους διεθνείς αγώνες Αιγύπτου – Ελλάδος, στους πενταεθνείς των Αθηνών, στους διεθνείς Ελλάδος – Γιουγκοσλαβίας και Ελλάδος – Ηνωμένων Πολιτειών, στους διεθνείς αγώνες Αθηνών και τους Πανελλήνιους Εαρινούς (1953).
Υπήρξε πρωταθλητής στην επιτραπέζια αντισφαίριση και τρίτος πανελληνιονίκης στη ξιφομαχία. Με την επιστροφή του στην Κύπρο ενεγράφη στον Γυμναστικό Σύλλογο ”Τα Παγκύπρια” ΓΣΠ και επεδόθη στα σύνθετα αγωνίσματα πεντάθλου και δεκάθλου, στα οποία κατείχε τις κυπριακές επιδόσεις. Κέρδισε το πένταθλο τρεις φορές και το δέκαθλο τέσσερεις. Στους έκτακτος Παγκύπριους αγώνες το 1959, κέρδισε στη δισκοβολία. Παράλληλα με τις άλλες κυπριακές επιδόσεις, κατείχε και αυτή στον δρόμο 200μ μετ’εμποδίων.
Για τις επιδόσεις του στο άλμα εις ύψος, το πένταθλο, το δέκαθλο, τη δισκοβολία, τον ακοντισμό και τα 200μ μετ’ εμποδίων, του απονεμήθηκαν από την Τοπική Επιτροπή ΣΕΓΑΣ Κύπρου (ΤΕΣΚ) ισάριθμα μετάλλια και διπλώματα επιδόσεως. Τιμήθηκε για την αθλητική του προσφορά με το χρυσό μετάλλιο από τον Δήμο Αθηναίων, με το εύσημο και μετάλλιο αθλητικής ικανότητας από τις Ελληνικές αθλητικές αρχές και με την αργυρή νίκη της Κυπριακής Ομοσπονδίας Ερασιτεχνικού Αθλητισμού Στίβου (ΚΟΕΑΣ) ως κάτοχος κυπριακών επιδόσεων.
Διορίστηκε έφορος του Κυπριακού Ολυμπιακού Μουσείου (1984) από την Κυπριακή Ολυμπιακή Επιτροπή (ΚΟΕ). Υπήρξε αρχηγός των αθλητικών αποστολών στις πρώτες συμμετοχές της Κύπρου στους Κοινοπολιτειακούς αγώνες (1978) και στους Ολυμπιακούς αγώνες (1980).
Διορίστηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο, μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού (ΚΟΑ) (1969-1971). Υπήρξε προπονητής στίβου στο ΓΣΠ από το 1955 μέχρι το 1970 και προπονητής παίκτης των ομάδων καλαθόσφαιρας των σωματείων ΑΠΟΕΛ και Κεραυνός. Διετέλεσε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΓΣΠ και της Τοπικής Επιτροπής ΣΕΓΑΣ Κύπρου (ΤΕΣΚ) και στέλεχος της Διεθνούς Ακαδημίας. Υπηρέτησε ως ο πρώτος Γεν. Γραμματέας της Κυπριακής Ολυμπιακής Επιτροπής (ΚΟΕ), της Κυπριακής Ομοσπονδίας Ερασιτεχνικού Στίβου (ΚΟΕΑΣ) και πρόεδρος του Συνδέσμου Γυμναστών Κύπρου. Είναι επίτιμο μέλος της Ένωσης Αθλητικογράφων Κύπρου (ΕΑΚ).
Έχει γράψει αρκετά άρθρα και είναι συγγραφέας βιβλίων.
Ο Ανδρέας Χατζηβασιλειου είναι επίσης Αντιπρόεδρος της Παγκοινοτικής Κίνησης Ζώδιας.
“Ιστορία του Κυπριακού Αθλητισμού”. Έκδοση 2012. Τετράτομη έκδοση που προβάλλει ένα σημαντικό μέρος της κοινωνικής και πολιτιστικής δραστηριότητος των Κυπρίων, ταυτοχρόνως δε παρέχει πολύτιμα ιστορικά στοιχεία».